Μες στο κατακαλόκαιρο μας άφησε ο Γιάννης…
Αφού πάσχισε για πάρα πολλά χρόνια να είναι ένας από εμάς. Χωρίς καταφύγιο, εκτεθειμένος σ’ όλους τους καιρούς, πολεμώντας μόνο με τον εαυτό του, αφήνοντας -στην πραγματικότητα- μόνο την σκιά του να παίζουν οι ανόητοι…
Ο Γιάννης, ο «Γιαννάκης» ο δικός μας όμως δεν ήταν ποτέ σκιά. Ήταν το παιδί που γνωρίσαμε στην εφηβεία μας, εκεί… στην καφετερία του Πασχαλίδη, πριν αρχίσει ο Γολγοθάς του. Πριν το κάθε τσογλάνι βάλει όριο την καταστροφή του Γιάννη για να χάσει τα όρια της δικής του καταστροφής.
Ήταν μέρος της ζωής μας, των παιδικών μας χρόνων, της εφηβείας, της ενηλικίωσής μας… μόνο που αυτός ήταν πιο παιδί από πολλούς από εμάς, πιο αθώος από πολλούς από εμάς, πιο ευάλωτος από όλους μας τελικά. Ο «αδύναμος κρίκος» μιας κοινωνίας που μόνο σε περιπτώσεις σαν τον Γιάννη ξέρει να δείχνει τα δόντια της. Μα ο Γιάννης δεν ζητούσε δύσκολα πράγματα, το αυτονόητο ζητούσε’ ένα χαμόγελο, λίγη τρυφερότητα, μια «κανονική κουβέντα». Ήθελε απλά «να είναι εκεί», «να υπάρχει», όπως όλοι μας. Ήξερε καλά ποιοι ασελγούσαν με το μυαλό του’ τους το επέτρεπε, όμως, μόνο και μόνο για «να είναι εκεί» σαν όλους… Παραδινόταν στον κανιβαλισμό τους, προκειμένου να αποδεχθούν την ύπαρξή του δίπλα τους, υπομένοντας την συμπεριφορά των κατεστραμμένων μυαλών τους μέχρι να κουραστούν και να τον αφήσουν ήσυχο. Μερικές φορές θύμωνε. Ο Γιάννης όμως ήταν παιδί και αθώος και συγχωρούσε εύκολα.
…Ήταν τον πρώτο χειμώνα που είχαμε το μπαράκι. Πάντα με προλάβαινε πριν βάλω το κλειδί στην πόρτα.
- «Καλημέρα Αθηνούλα! Πώς είναι η υγεία σου σήμερα; Θα πιούμε καφεδάκι ή έχεις δουλειά;» πάντα μεγαλόφωνα, λες και φοβόταν πως αν μιλούσε πιο σιγά, θα παριστάναμε ότι δεν ήταν εκεί.
Καθόμασταν πάντα στο ίδιο τραπέζι μπροστά στην τζαμαρία, άλλοτε σιωπηλοί, άλλοτε κουβεντιάζοντας. Μια μέρα έβρεχε πάρα πολύ… Στο CD έπαιζε «Η Θάλασσα» με τη Μίλβα…
«…Θάλασσα μάνα μου, αρμύρα μου εσύ γαλάζια μοίρα
για παραμάνα στον ώμο χρυσή τον ήλιο πήρα.
Θάλασσα μνήμη, μαύρο μου ασήμι
πάρ’ την καρδιά μου και κάν’ την νησί
του ανέμου αγρίμι…»
Μου ζήτησε να το βάλω ξανά και ξανά…
- «Θέλω να μάθω τα λόγια. Για μένα λέει το τραγούδι Αθηνούλα.»
-
Τα λόγια όμως ήταν πολλά και κατέληξε να τραγουδάει μόνο το «…παράμ…, παράμ…, παράμ…». Από τότε ο χαιρετισμός του άλλαξε’ όχι «καλημέρα!» πια, αλλά «παράμ παράμ παράμ Αθηνούλα!»
«Παράμ… παράμ… παράμ… Γιαννάκη!
Παράμ… παράμ!»
Νανά Παπαδοπούλου
Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου