Παρασκευή 19 Ιουνίου 2009

Περίπατος στα χρόνια της μάθησης.

Αυτή τη στιγμή που γλιστράει η πένα μου πάνω στο λευκό χαρτί, έχω ήδη «καβατζάρει», (έτσι όπως θα εκφραζότανε μια προσφιλεστάτη μου φίλη εκπαιδευτικός), τα …όντα…
Θα κάνω μια προσπάθεια να ζωντανέψω την περίοδο των μαθητικών μου χρόνων και να περιγράψω τις συνθήκες κανονισμών και σπουδών, που ίσχυαν την εποχή εκείνη, σε αντιπαραβολή με τη σημερινή.
Εισαγωγή:
Εποχή μεσοπολέμου: Το κτήριο της παλαιάς σχολής του Α΄ Γυμνασίου – Λυκείου Καβάλας, είναι διώροφο, σε στυλ δόμησης ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου. Είναι κτισμένο πάνω σε ύψωμα, νοτιοανατολικά της πόλεως και διακρίνεται σχεδόν από παντού. Για να φτάσει κάποιος εκεί, τερματίζει το τελευταίο τμήμα της κεντρικής οδού Ομονοίας και στρίβει στο τέλος αυτής της οδού αριστερά, σε μια ανηφοριά παράλληλη με το αρχαίο υδραγωγείο.
Στο πρόσθιο μέρος του κτηρίου, μια μεγάλη αυλή, κάλυπτε τις ανάγκες των σπουδαστών για δεκαπεντάλεπτο διάλειμμα, ανά μία ώρα κάθε τέλος παράδοσης ενός μαθήματος. Γύρω – γύρω περιφραγμένη από πέτρινους τοίχους, όπου το υψηλότερο μέρος της βρίσκεται νοτιανατολικά, σε ύψος γύρω στα πέντε μέτρα.
Βορειότερα περιορισμένη με σιδερένια κάγκελα και με μια επίσης σιδερένια αυλόπορτα, αποθάρρυναν τον οποιονδήποτε μαθητή ή κάποιον άλλον να σκαρφαλώσει και να εισέλθει μέσα στην αυλή.
Ανατολικά δεσπόζει το κτήριο και τα γραφεία της Μεραρχίας, και ακόμη υψηλότερα, διακρίνονται οι φυλακές.
Οι τάξεις παράδοσης των μαθημάτων ήταν κατανεμημένες ως εξής:
Στο ισόγειο: προοδευτικά η Πρώτη και η Δευτέρα. Στον Πρώτο όροφο που επικοινωνεί με μια μεγάλη πλατιά μαρμάρινη κυκλοφορεί, χωρίς σοβαρή δικαιολογία και χωρίς συνοδεία από κάποιον κηδεμόνα του, την ώρα της παράδοσης των μαθημάτων και εκτός αυτής.
-Για έλα εδώ σκάλα, από το εμπρόσθιο μέρος της αυλής, η Τρίτη και η Τετάρτη. Τέλος στο δεύτερο όροφο, η Πέμπτη και η Έκτη
Τα γραφεία, η αίθουσα τάξη του εξαταξίου Λυκείου.συμβουλίου και το γραφείο του λυκειάρχη, όλα στον πρώτο όροφο. Σήμερα δεν χρησιμοποιείται και το νεόδμητο κτήριο του Α΄ Λυκείου βρίσκεται σε άλλη περιοχή της πόλης.
Επειδή μεγάλωσα και σπούδασα εκεί, αφήστε με να πιστεύω ότι είμαι ένας από τους αρμόδιους να περιγράψω τις συνθήκες μάθησης – διδασκαλίας, καλές ή κακές, που επικρατούσαν εκείνη την περίοδο. Ας αρχίσω από τα απαράδεκτα:
Πρώτον: Κάθε τριμηνία οι γονείς μας ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν δίδακτρα: Η τριμηνιαία καταβολή των απαραίτητη. Εάν την καθυστερούσαν, δεν μας δέχονταν στη σχολή, με συνέπεια να έχουμε χάσει τις ημερήσιες σειρές των διδασκομένων
Σήμερα τέτοιο πρόβλημα ευτυχώς δεν υφίσταται μαθημάτων, ώστε να μην δυνάμεθα, να παρακολουθήσουμε τη συνέχεια, μετά από την καταβολή των διδάκτρων.. Μόνο στα ιδιωτικά λύκεια υπάρχει αυτός ο κανονισμός.
Δεύτερον: Όταν ένας σπουδαστής, έκανε από πρόθεση ή μη, μια «σοβαρή» παράβαση, κατά την κρίση του εκπαιδευτικού, το πρωί και πριν εισέλθουμε στις αίθουσες διδασκαλίας, τον έπαιρναν βιαίως θα έλεγα, τον τοποθετούσαν σ’ ένα εμφανές βάθρο, και τον διαπομπεύανε, για να τον βλέπουν όλοι, συνοδεία ταπεινωτικών φράσεων προς «γνώσι και συμμόρφωση», κατακουρελιάζοντας την ψυχική ισορροπία και, αξιοπρέπεια του χαρακτήρα του, με την υποχρέωση και ρητή εντολή, την επομένη να προσέλθει στο γραφείο του λυκειάρχη (αυτός έδινε τέτοιες εντολές), με τον κηδεμόνα του. Τότε ο μαθητής αντιμετώπιζε δύο άσχημες καταστάσεις: Μετά την προσβολή της διαπόμπευσης και την τιμωρία από τους γονείς του. Ευτυχώς σήμερα τέτοιες απαράδεκτες πρακτικές που προσβάλλουν την προσωπικότητα του μαθητή και που του δημιουργούν ψυχικά τραύματα, ίσως και για όλη του την ύπαρξη, δεν υπάρχουν.
Τρίτον: Την αυστηρότητα ολίγων καθηγητών, που πολλές φορές έφθανε στα όρια της υπερβολής. Σήμερα θέλω να πιστεύω ότι δεν υπάρχει.
Τέταρτον: Την υποχρεωτική συστράτευση στις φασιστικές οργανώσεις της μαθητιώσας νεολαίας Ε.Ο.Ν. λόγω μεταξικής δικτατορίας, με αποβολή από τα σχολεία, λόγω μη συμμετοχής, με στιγματισμένο χαρακτηρισμό ως μη «εθνικόφρονες» του μαθητή και των γονέων του. Οι συνέπειες δραματικές: Αποβολή και οριστικό αποκλεισμό, από όλες τις σχολές. Σήμερα η συμπεριφορά των εκπαιδευτικών είναι αρκετά δημοκρατική.
Πέμπτον: Το κούρεμα των μαθητών με την ψιλή κουρευτική μηχανή. Εάν μεγάλωναν τα μαλλιά μας μισό πόντο περισσότερο, κατόπιν επισταμένου ελέγχου, δεν μας δεχότανε στην παράδοση των μαθημάτων, αν προηγουμένως δεν είμαστε κουρεμένοι σαν τους …γλόμπους. Όπως και οι μαθήτριες έπρεπε να φορούν ομοιόμορφες γαλάζιες ποδιές, με άσπρο γιακά στο λαιμό, σαν στρατιωτίνες.
Κι αυτά τα φασιστικά μέτρα εξέλιπαν δια παντός.
Έκτον: Οι επιβεβλημένοι κανονισμοί, που είχαν θεσπισθεί για την κυκλοφορία και συμπεριφορά των σπουδαστών, έξω από την σχολή. Εκτός από τις ημερήσιες ώρες παράδοσης των μαθημάτων, έπρεπε να κυκλοφορούμε στους δημόσιους χώρους και δρόμους, με πηλήκιο χρώματος γαλάζιου, στρατιωτικού τύπου με σιρίτια γύρω – γύρω, όπου το καθένα απ’ αυτά, συμβόλιζε σε ποια τάξη μαθητεύομαστε. Π.χ. Πρώτη τάξη: ένα άσπρο σιρίτι Δευτέρα τάξη: Δύο άσπρα σιρίτια κ.ο.κ.
Αλίμονο στον μαθητή που θα εντοπιζόταν από τον παιδονόμο να παιδί μου! Τον σταματούσε ο παιδονόμος! Γιατί τώρα που θα έπρεπε να βρίσκεται στο σχολείο ή στο σπίτι σου, να διαβάζεις, κυκλοφορείς στους δρόμους;
-Μμμμ!!! Αμηχανία!
-Πως λέγεσαι παιδί μου; Είσαι μαθητής; Κι αν είσαι γιατί δεν φοράς καπέλο; (Τον έβλεπε κουρεμένο). Σημάδι ότι ήταν ξεσκούφωτος μαθητής.
-Τάδε και τάδε! Απαντούσε αμήχανα ο μαθητής.
-Αύριο που θα έρθεις στο σχολείο, να φέρεις και τον κηδεμόνα σου στο γραφείο.
-Μμμμάλιστα κύριε!!! Απαντούσε πελιδνός ο μαθητής.
Από τα καλά δεχούμενα:
Πρώτον: Με τις επικρατούσες σπουδαστικές συνθήκες, εκείνης της μακρινής εποχής, οι πρωινές ώρες διδασκαλίας, σύμφωνα με το ωρολόγιο πρόγραμμα, ήταν έξι
ώρες το πρωί και τρεις το απόγευμα. Σύνολο εννέα ώρες ημερησίως. Σε αντίθεση με τις σημερινές που ήταν σχεδόν οι μισές, άρα διπλάσια μαθήματα, διπλάσια και η γνώση. Έτσι μας έμενε λίγος χρόνος να τον αξιοποιήσουμε για τη μελέτη (των πολλών μαθημάτων που μας παρέδιδαν οι καθηγητές), στο σπίτι, για να είμαστε έτοιμοι καλοδιαβασμένοι την επόμενη μέρα. Κι όμως παρ’ όλο το υπερφορτωμένο πρόγραμμα, τα καταφέρναμε χωρίς την παρέμβαση των σημερινών φροντιστηρίων, βοηθώντας στα σπίτια μας ο ένας μαθητής τον άλλον. Γινότανε δηλαδή ανταλλαγή γνώσεων εναλλάξ. Προσωπική μου άλλωστε εκτίμηση είναι ότι, η τότε διδακτέα ύλη εξισωνότανε με μιας τριτοβάθμιας σημερινής πανεπιστημιακής το τονίζω, εκπαίδευσης.
Δεύτερον: «Απεργίες» μαθητών – εκπαιδευτικών ούτε να το διανοηθεί κανείς. Ανύπαρκτες. Δεν μας περίσσευε πολύτιμος χρόνος για τέτοιου είδους …πολυτέλειες. Ούτε στα πιο απίθανα όνειρά μας θα μπορούσαμε να φαντασθούμε, έστω και υστερόβουλα σκεπτόμενοι, να απαλλαγούμε από το άγχος των μαθημάτων μας, (έστω και προσωρινά), για να το ρίξουμε στην αναρχία.
Τρίτον: Απουσίες: κάθε μια από αυτές ισοδυναμούσε με μιας ολόκληρης μέρας ωρολογίου προγράμματος 6 το πρωί, 3 το απόγευμα, σε αντίθεση με το σημερινό ισχύοντα κανονισμό της μιας ώρας.
Τέταρτον: Που να διανοηθεί μαθητής να συμπεριφερθεί απρεπώς, τούτο σήμαινε για την σοβαρότητα της απρέπειας ή του παραπτώματος, κατά τη σωστή πάντα κρίση των καθηγητών, την αποβολή ή μη του μαθητού. Οι εκπαιδευτικοί μας αυστηροί μεν, δεν έδιναν δικαίωμα στους οποιουσδήποτε να τους επικρίνουν, διότι ήταν πάντα άψογοι και με υψηλό φρόνημα ευθύνης και κύρους.
Πέμπτον και το σπουδαιότερο: Ναρκωτικά: αυτή η λέξη δεν υπήρχε τότε στο ελληνικό λεξιλόγιο. Αυτές οι καταστροφικές για την υγεία των ανθρώπων ουσίες, που κυκλοφορούν δυστυχώς σήμερα, από ένα μικρό ευτυχώς τμήμα του ελληνικού πληθυσμού, ούτε στα πιο φρικτά όνειρα τους μπορούσαν τότε να φαντασθούν, τη χρήση τους οι πολίτες της εποχής εκείνης, πολλώ δε μάλλον να εισαχθούν και μέσα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Αυτά εν περιλήψει για τις δημόσιες σχολές. Όσο για τις ιδιωτικές; Εκεί τα καθεστώτα ήταν εκ προοιμίου εντελώς διαφορετικά. Σπούδαζαν ως συνήθως μαθητές προερχόμενοι από οικογένειες με υψηλή οικονομική επιφάνεια, όπου τα … χατιράκια… έπαιρναν και … έδιναν. Άρα δεν μαθαίνανε σωστά γράμματα.
Δεν ξεχνώ να κάνω μερικές επισημάνσεις, που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στη μνήμη μου! Τους καθηγητές: Στρατάκο – Μαθηματικών, Πολύκαρπο –Λειτουργικής και Θρησκευτικών, Μήσια – Νέων και Αρχαίων Ελληνικών, Στυλιανίδη –Ζωγραφικής και Τεχνικών, Κισδαβίδη –Φιλόλογο, Μαυρομάτη – Λυκειάρχη και γενικών άλλων μαθημάτων.
Όλοι τους σοβαροί και με κύρος επαναλαμβάνω, προς τους διδασκομένους σπουδαστές, αλλά και σεβασμός των σπουδαστών, προς τους διδάσκοντες εκπαιδευτικούς.Σήμερα ας προβληματιστούμε όλοι! Υπάρχουν τέτοιες άψογες συμπεριφορές! Δεν ξεχνώ: Σε προσχολικές συγκεντρώσεις και λίγες μέρες πριν αρχίσει η νέα σχολική περίοδος, όσοι από εμάς προβιβαζότανε, (γιατί οι στάσιμοι δεν τα είχαν ανάγκη, πορευόταν με τα ίδια βιβλία που είχαν), μαζευόμαστε, έξω από το προαύλιο της σχολής και …παζαρεύαμε τα παλιά μας βιβλία της προηγούμενης σχολικής χρονιάς, που δεν τα χρειαζόμαστε πλέον και τα πουλάγαμε στις μικρότερες τάξεις, των μαθητών που είχαν προβιβαστεί (κι αυτοί έκαναν το ίδιο) και αγοράζαμε τα βιβλία των άλλων μαθητών των αμέσως μεγαλυτέρων από εμάς τάξεων, έστω παλαιά ίσχυαν όμως για τη νέα μας τάξη. Φτηνά, γιατί τα καινούργια ήταν απλησίαστα.
Δεν ξεχνώ, τις μαθητικές θεατρικές παραστάσεις, στο τέλος της σχολικής περιόδου, εν όψει θερινών διακοπών, τη χορωδία, τα ποιήματα, τις απαγγελίες το στίβο, τις γυμναστικές επιδείξεις, τις εκθέσεις ζωγραφικής- τεχνικών, με τα θεσπέσια βραβεία. Για καλή μου τύχη, η εποχή των σπουδών μου συνέπεσε να έχω δύο συμμαθητές μου στην ίδια τάξη, τον Λαμπίρη και τον Παπαπασχάλη, οι οποίοι ξεχώριζαν από όλους εμάς για τις γνώσεις και την ευστροφία τους, αφού ουκ ολίγες φορές, ξεπερνούσαν, χωρίς υπερβολή, και τους καθηγητές μας, κατά την παράδοση των μαθημάτων.
Όμως για να λέμε και του … στραβού το δίκαιο, η μόνη τους ψυχαγωγία και διασκέδαση δεν ήταν τίποτε άλλο, εκτός από τα μαθήματα και το κυνήγι των υψηλών βαθμών, σε σχέση με μένα και την παρέα μου, που δεν είμαστε «σχολαρχεία», που εκτός των μαθημάτων μας, είχαμε κι άλλες ασχολίες: τα παιχνίδια και τον αθλητισμό. Επομένως δεν υστερούσαμε από πνεύμα και εξυπνάδα, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων.
Το δικό μου στενό περιβάλλον, αποτελείτο από φίλους και συμμαθητές της ίδιας με τα μέτρα μου … ζωηράδας. Τον Γιάννη τον Γιορπαλίδη, τον Γιώργο τον Πελτέκη, το Μιχάλη το Θεοδωρίδη, το Φωτειάδη και το Δημήτρη Παπαδόπουλο. Παρόλη όμως την τρέλα μας και τα προβλήματα που δημιουργούσαμε στους καθηγητές μας καταφέρναμε πάντοτε, πότε ευθέως και πότε μετεξεταστέοι, να προβιβαζόμαστε και να περνάμε στην επόμενη τάξη με σχετικά καλούς βαθμούς, αφού απ’ αυτά τα παιδιά βγήκαν αργότερα σπουδαίοι επιστήμονες.
Όσο για μένα! Ε! … Είχα κι εγώ ένα… υψηλό όνειρο! Να εισαχθώ στην σχολή Ικάρων. Έβαλα λοιπόν τα δυνατά μου, περιόρισα λίγο τις… αταξίες μου. αφοσιώθηκα αποκλειστικά και μόνο στα μαθήματά μου, με στόχο να πάρω το απολυτήριό μου με καλό βαθμό και τα κατάφερα με 18 και 5/9.
Όμως τώρα φίλε αναγνώστη θα σε κινεί την περιέργεια να μάθεις, πως εσύ ένας σπουδαστής με τόσο καλό αποτέλεσμα, δεν κατάφερες να πραγματοποιήσεις το όνειρό σου, να προχωρήσεις με σταθερά βήματα, πάνω στο φωτεινό μονοπάτι που ανοιγότανε μπροστά σου, (και που χάραξες στη ζωή σου), να συνεχίσεις τις σπουδές σου σε τριτοβάθμιες στρατιωτικές σχολές και κατέληξες σε τερματικό σταθμό, άσχετο με τις επιδιώξεις σου;
Κακές συγκυρίες. Πρώτον: Η έναρξη στο μεταξύ (Μεταξά Ιωάννου πρωθυπουργού) του ελληνο-ιταλικού πολέμου 1940.
Δεύτερον: ορφανός από πατέρα και μάνα, που τους έχασα δυστυχώς πολύ νωρίς. Έχασα τα στηρίγματα μου, ηθικά και οικονομικά, αναγκαζόμενος υποχρεωτικά να βγω στη βιοπάλη. Που σκέψη για …υψηλά όνειρα. Αυτά τα εγκατέλειψα.
Διάλεξα ως μέσον επιβίωσης τον αυτοκινητιστικό τομέα, έγινα μέλος της (κληρονομικό …χάρισμα άλλωστε), που ήταν το πιο προσοδοφόρο επάγγελμα εκείνης της εποχής και το πιο αρεστό, λόγω της ελεύθερης και ανεξάρτητης ιδιοσυγκρασίας μου, για να ταξιδεύω σε όλη την ελληνική επικράτεια και έξω από αυτήν.
«Άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε θεός κελεύει»

Δεν υπάρχουν σχόλια: