Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2008

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΙΚΡΟΥΣ ΜΑΣ ΦΙΛΟΥΣ Η Παραμυθομαζώχτρα

Αυγερινός και Πούλια

Πλειάδες ή Πούλια: κόρες του Άτλαντα και της Πλειόνης, της θυγατέρας του Ωκεανού. Ήταν εφτά αδερφές: η Μαία, η Ταϋγέτη, η Ηλέκτρα, η Κελαινώ, η Αλκυόνη, η Αστερόπη και η Μερόπη. Μόνο τα έξι αστέρια είναι ορατά, η Μερόπη δεν φαίνεται από τη γη. Κατά τη μυθολογία οι 6 ήταν γυναίκες ή αγαπημένες θεών, ενώ η έβδομη, η Μερόπη γυναίκα θνητού, γι’ αυτό κρύβεται από ντροπή και δεν διακρίνεται.
Στην πραγματικότητα η Πούλια είναι αστερισμός του λεγόμενου ανοικτού τύπου και αποτελείται από 500 αστέρια περίπου από τα οποία μόνο τα 6 είναι ορατά από τη γη. Η ανατολή και η δύση των αστεριών αυτών έδειχνε στους γεωργούς πότε έπρεπε να αρχίσουν το όργωμα, τη σπορά ή το θερισμό.
Αφροδίτη: το πιο λαμπρό αστέρι. Το χάραμα είναι το άστρο της αυγής, ο Αυγερινός , το σούρουπο στη δύση χαμηλά στον ορίζοντα ο Αποσπερίτης. Παλιά πίστευαν οι άνθρωποι του λαού πως επρόκειτο για δύο διαφορετικά αστέρια.
Ποιος είδε τέτοιο θαύμασμα,
παράξενο μεγάλο,
να περπατούν χειροπιαστά
ήλιος με το φεγγάρι!
Ο ήλιος να’ναι ο γαμπρός
και το φεγγάρι νύφη
κι όλα τ’ αστέρια τ’ ουρανού,
να’ναι οι καλεσμένοι.
Και προξενήτρα η Πούλια μας,
τα δύο να τ’ ανταμώσει.
Με τ’ αγαπημένα αστέρια του Αυγερινού και της Πούλιας σχετίζεται το σημερινό μας παραμύθι…
Μια φορά κι ένα καιρό, ήταν ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα κι είχαν δυο παιδιά, τον Αυγερινό και την Πούλια.
Δυστυχώς η βασίλισσα πέθανε νέα κι ο βασιλιάς έφερε μια ξένη για γυναίκα του στο παλάτι. Αυτή η γυναίκα ήταν μια μάγισσα, κακή και δολοπλόκα. Όλοι το καταλάβαιναν, εκτός από το βασιλιά. Μπροστά του παρίστανε την καλή και την ευγενική, αλλά όταν ήταν μόνη με τα παιδιά τα κακομεταχειριζόταν και με τον τρόπο της τα έκανε να θέλουν να φύγουν απ’ το παλάτι.
Μια μέρα τα παιδιά αποφάσισαν να φύγουν μακριά, γιατί δεν άντεχαν άλλο. Η μάγισσα, όταν τα είδε να ξεμακραίνουν, αποφάσισε να τα ακολουθήσει για να βεβαιωθεί πως δε θα επιστρέψουν. Ήθελε να τα εξοντώσει.
Ανέβηκε, λοιπόν, στη μαγική της σκούπα, έριξε στην πλάτη τη μαύρη της μπέρτα και άρχισε το κυνηγητό.
Τα δυο παιδιά τα είχε βαφτίσει όμως μια καλή νεράιδα και τα είχε προικίσει με κάποιες υπερφυσικές δυνάμεις.
Κάποτε η μάγισσα τα έφτασε κι έκανε να τα ακουμπήσει με το μαγικό ραβδί της και να τα μεταμορφώσει σε αρνάκια, αλλά ο Αυγερινός φώναξε στην αδερφή του:
-Πούλια, πέταξε τη χτένα πούχεις στα μαλλιά σου!
Η Πούλια πέταξε τη χτένα και τα χρυσά μαλλάκια της ανέμισαν σα χρυσό ποτάμι!
Η κακιά μητριά μπερδεύτηκε ανάμεσά της, έχασε την ισορροπία της κι έτσι τα δυο αδέρφια κέρδισαν χρόνο. Τα ξανάφτασε όμως και όρμηξε καταπάνω τους με άναρθρες κραυγές. Τότε η Πούλια έλυσε τις κορδέλες της κι εκείνες έγιναν δάσος πυκνό, γεμάτο άγρια θηρία.
Η μάγισσα όμως πέταξε με τη μαγική της σκούπα πάνω απ’ αυτό το δάσος και πλησίασε πολύ κοντά.
Τότε ο Αυγερινός της πέταξε το μενταγιόν που του είχε χαρίσει η νονά τους, η νεράιδα και ο τόπος γέμισε μυτερά αγκάθια. Αλλά και η μητριά χαμήλωσε κι έψαχνε για άλλα μονοπάτια.
Τα δύο αδερφάκια βρήκαν τότε καταφύγιο σ’ ένα πανύψηλο λευκάδι και σκαρφάλωσαν στα ψηλά κλαδιά του για να ξεκουραστούν λιγάκι.
Βράδιαζε κι από ψηλά άκουσαν το παραπονεμένο κλάμα μιας γριούλας και λύγισαν το κλαδί προς τα κάτω να τη δουν και να την παρηγορήσουν. Της μιλούσαν γλυκά, αλλά εκείνη δεν άκουγε, είπε, καλά, γιατί ήταν πολύ μεγάλη. Εκείνα λύγιζαν όλο και περισσότερο το κλαδί του λευκαδιού για να ακουστούν. Η μητριά όμως, που ήταν μεταμορφωμένη σε γριά και παρίστανε την καλή, όρμησε τότε εναντίον τους και τα δύο αδέρφια άφησαν να τους ξεφύγει μια δυνατή φωνή φόβου και αγωνίας…

Τότε, το λευκάδι που είχε κι αυτό ψυχή κι ένιωσε το φόβο τους, τινάχτηκε με δύναμη ψηλά και τα δύο παιδιά πέταξαν στον ουρανό μέχρι τ’ αστέρια κι έμειναν εκεί για πάντα…
Κι οι άνθρωποι άκουσαν στη γη την ιστορία τους από το ψηλό δέντρο, το λευκάδι και στρέφοντας τα μάτια τους στον ουρανό προσπαθούσαν να ξεχωρίσουν τα δυο αδέρφια.
-Να η Πούλια, λέγανε, όταν νύχτωνε…
-Να και ο Αυγερινός, ο αδερφός της, το χάραμα…
Κι από τότε λάμπουν σα διαμάντια στον ουρανό. Τη νύχτα λάμπει η Πούλια με τα εφτά αστεράκια της και το χάραμα ο Αυγερινός, στα ανατολικά. Κι έζησαν εκεί ψηλά για πάντα τα δυο αδέρφια στην ηρεμία και την ασφάλεια του ουρανού μακριά απ’ την κακιά μητριά κι εμείς ακόμη καλύτερα…

Υ.Γ. Το παραμύθι αυτό το αφιερώνω στη μικρή μου αδερφή, που όλοι στο σπίτι μας τη φωνάζαμε «Πούλια», από το Δεσπούλα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: