Παρασκευή 18 Ιουνίου 2010

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΙΚΡΟΥΣ ΜΑΣ ΦΙΛΟΥΣ

Η Παραμυθομαζώχτρα
κατά κόσμον Ραλλιώ Στυλιανίδου - Μπαδέμα


ΚΑΡΤΕΡΙΑ ( μέρος Β)

Νοερά περιδιαβαίνω τα αρχαία μονοπάτια του Ελαιώνα και της Καρβουνόσκαλας. Τα αδύνατα παιδικά μου ποδαράκια κλωτσάνε βότσαλα, πετραδάκια και σπασμένα κεραμίδια, κομμάτια κι αυτά μιας άλλης εποχής, και συνεχίζω να ξετυλίγω το μύθο που σας ξεκίνησα…

Η Στρατονίκη, αφού έπλυνε και στέγνωσε το χιτώνα, τον υφασμένο από τα χεράκια της, τον τύλιξε σε αραχνοΰφαντο χράμι. Του έβαλε στεγνά, μυρωμένα βότανα από τη γη της Χαλκιδικής, να τον προφυλάξουν από το σκώρο και την υγρασία και περίμενε..
Ήταν καλοκαίρι του 336 π.Χ. Ο Αλέξανδρος, ο νέος βασιλιάς και στρατηλάτης της Μακεδονίας, επιθεωρούσε πανέτοιμος το εκστρατευτικό σώμα που στρατοπέδευε στις παρυφές του Στρατονικού Όρους. Είχε ξεκινήσει από την Πέλλα αφήνοντας πίσω στο θρόνο τον έμπιστο φίλο του πατέρα του, το στρατηγό Αντίπατρο. Στο πλευρό του είχε τον άλλο άξιο στρατηγό, τον Παρμενίωνα, και πολλούς εκλεκτούς φίλους και τον πιο αγαπημένο, τον Ηφαιστίωνα. Τον ακολουθούσε και ένα εκλεκτό επιτελείο από σοφούς επιστήμονες, μηχανικούς, αρχιτέκτονες και γεωγράφους.
Οι πεζοί ανέρχονταν σε 35.000 και οι ιππείς σε 5.000. Οι συμμαχικές πόλεις έδωσαν κι αυτές τις δικές τους δυνάμεις, «πλην των Λακεδαιμονίων», που απουσίασαν. Το καμάρι όμως του Μακεδονικού στρατού ήταν η Μακεδονική Φάλαγγα, το επίλεκτο σώμα που τον προστάτευε με τις σάρισες, τα κοντάρια από κρανιά και οξιά μήκους έξι μέτρων, που τα μεταχειρίζονταν με περισσή δεξιοτεχνία. Κι όταν κροτάλιζαν με δυνατά χτυπήματα οι στρατιώτες πάνω στις ασπίδες τους επευφημώντας τον σαν Αρχηγό, ήταν ένα άκρως εντυπωσιακό θέαμα και άκουσμα!
Στις δαντελένιες ακτές του κόλπου του χωριού ξεκουραζόταν η φάλαγγα λίγο πριν τη μεγάλη πορεία προς το άγνωστο. Αυτοί οι σκληραγωγημένοι άντρες προσπαθούσαν να μη σκέφτονται μία Ερατώ, μία Ευτέρπη και μία Ελπινίκη, αλλά ονόματα πόλεων, όπως Σηστό, Σάρδεις, Ισσό, Βαβυλώνα, Σούσα…
Ο Αλέξανδρος με το βλέμμα αγκαλιάζει τους άνδρες, τους αναμετράει. Είναι νέοι, όπως ο ίδιος, που είναι μόνο εικοσιδυό χρονώ. Θα πρέπει ν’ αντέξουν σε μεγάλες δοκιμασίες στη μακρινή Ανατολή, αρρώστιες και κακουχίες, υψομετρικές διαφορές και ψυχολογικές διακυμάνσεις. –Θα χαιρετήσω την αδερφή μου, τη Στρατονίκη ψιθυρίζει στον Καλλισθένη, τον ανεψιό του δασκάλου του Αριστοτέλη, που είναι συμβουλάτοράς του.
Τη βλέπει να στέκεται στητή και καρτερική σαν άγαλμα και να παρακολουθεί με άγρυπνο μάτι τις κινήσεις του. Το περήφανο κεφάλι της στολίζουν καστανόξανθες πλεξούδες και τα χρυσά της κοσμήματα αστραποβολούν σε κάθε της κίνηση. Ο χιτώνας της πλουμιστός, κρατιέται στους ώμους με μεταλλικές πόρπες.
-Αδερφή μου Στρατονίκη, Χαίρε! Μείνε στην πόλη σου και στη γη των προγόνων μας. Εμένα δε μου φτάνει. Διψώ να δω και να κατακτήσω άλλες χώρες και να ικανοποιήσω τη δίψα μου για ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗ και ΓΝΩΣΗ. Να προσκυνήσω το ιερό του Άμμωνα στην Αίγυπτο και να προχωρήσω στην αχανή ενδοχώρα. Να χτίσω νέες πόλεις και να διαδώσω την Ελληνική λαλιά ως τα βάθη της Ανατολής. Οι φρυκτωρίες στις κορφές των βουνών θα μεταδίδουν τις πληροφορίες για την πορεία μας.
Για λίγες στιγμές ατένισαν ο ένας τον άλλο. Δύσκολη η ώρα του αποχωρισμού. Η Στρατονίκη στη χούφτα της έσφιγγε ένα νόμισμα με τη μορφή του για να της δώσει δύναμη και να την ατσαλώσει, να μη δακρύσει.
-Αλέξανδρε, βασιλιά της Μακεδονίας, γιε του Φιλίππου του Β΄, του πατέρα μας απ’ το μαχαίρι του Παυσανία, στη γαμήλια τελετή της αδερφής μας, της Κλεοπάτρας, τα ηνία πέρασαν στα χέρια σου. Σου χαρίζω το χιτώνα αυτό, αδερφέ μου, που θα σε τυλίγει με αγάπη στην ξένη γη και θα σε ζεστάνει τις νύχτες που θα νιώθεις μοναξιά. Θα σου ετοιμάσω στον αργαλειό και το χιτώνα της νίκης, να σου τον φορέσω σαν θα γυρίσεις νικητής στη γη της Μακεδονίας.
Μετά η φωνή της χαμήλωσε και τον συμβούλευσε τρυφερά και γλυκά. Να ατσαλώσει την ψυχή του με εσωτερική πανοπλία. Να έχει πάντοτε στο νου του τις συμβουλές του Αριστοτέλη για το Ευ Ζην.
Οραματίστηκε και μίλησε προφητικά!
-Η Ασία σε περιμένει, ο Νείλος σε καρτερεί…Οι ποταμοί της Ινδίας θα σου φράξουν το δρόμο και θα σου δείξουν το δρόμο του γυρισμού. Οι βασίλισσες της Ανατολής θα προσπαθήσουν να σε μαγέψουν. Οι στρατιώτες σου θα αφήσουν μακεδονικούς βλαστούς στο πέρασμά τους.
Ύστερα η Στρατονίκη υψώνοντας τα χέρια παρακλητικά στον ουρανό, έκανε επίκληση στο Δία, τον Άρη και την Αθηνά, ζητώντας τους να τον προστατέψουν.
Έτσι ξεμάκρυνε ο αδερφός, ο τόσο νέος και τόσο παράτολμος κυνηγώντας μια Ιδέα, ένα ριψοκίνδυνο τόλμημα. Το πλουμιστό φαρί του, ο Βουκεφάλας, δέχτηκε το γυμνασμένο σώμα του και ξεχύθηκε μπροστά. Το σούρουπο έπεφτε αργά στην πεδιάδα του Στρατωνίου και το φεγγάρι βγήκε από τη θάλασσα δροσερό και ολόγιομο. Κοιμήθηκαν και τα πουλιά, κοιμήθηκε κι η θάλασσα κι ο Ελαιώνας.
Μόνο η Στρατονίκη, η όμορφη αρχόντισσα δεν ξάπλωσε στην κλίνη της ούτε γύρισε στο αρχοντικό της, αγαπητά μου παιδιά, μικρά και μεγάλα. Κλείσανε και τα δικά μου βλέφαρα, βάρυνε ο νους μου, γυρίζω πάλι στο παρόν, αλλά υπόσχομαι να συνεχίσω αυτό το ταξίδι της μνήμης αναμοχλεύοντας το μακρινό παρελθόν του αγαπημένου μας τόπου…

Δεν υπάρχουν σχόλια: