Ο Τάκης ο γαμπρός μου είναι ερασιτέχνης ψαράς και όπως όλος ο κόσμος σήμερα, διαθέτει και αυτός για την εξυπηρέτησή του, ένα επιβατικό Ι.Χ. Έχει και μία βάρκα ερασιτεχνική που ψαρεύει. Για το σκοπό αυτό έχει και τρέιλερ. Όταν πρόκειται να πάει για ψάρεμα, καλεί το φίλο του τον Κώστα, τοποθετούν τη βάρκα επάνω στο τρέιλερ, «κοτσάρουν» το τρέιλερ στον «κοτσαδόρο» του αυτοκινήτου και ξεκινάνε πρωί- πρωί από το εξοχικό μας στο Μπαξέ για τη θάλασσα. Όταν τελειώσει το ψάρεμα, γυρίζουν κατάκοποι και ηλιοκαμένοι, αργά το μεταμεσήμερο, με τη σοδειά της ημέρας.
Η γυναίκα μου η κυρά – Σμαρώ ετοιμάζει τότε τους καθιερωμένους καφέδες και πίνοντας αρχίζουν την ψιλοκουβέντα… εφ’ όλης της ύλης.
Ο εν λόγω φίλος λοιπόν, είναι οικογενειάρχης – καλό αυτό – με γυναίκα και δύο παιδιά. Ένα αγόρι, ένα κορίτσι και μία … πεθερά. Παίρνει αυτός το λόγο και ξεκινά η συζήτηση. Αρχίζει και σταματημό δεν έχει. Μας παίρνει όλους… μονότερμα. Καμμία «πάσα» στους υπόλοιπους συνομιλητές. Απ’ εδώ τα φέρνει, από κει τα φέρνει και όλο του το ενδιαφέρον περιστρέφεται γύρω από τη γυναίκα του. Είναι το μοναδικό μας θέμα. Μας εντυπωσιάζει αραδιάζοντας της χίλια – δυο προσόντα και μείς όλο περιέργεια τον ακούμε με … θαυμασμό. Η Τάνια έτσι, η Τάνια αλλιώς (σ’ αυτό το όνομα ακούει η συμβία του), η Τάνια η χρυσοχέρα, η Τάνια η ατσίδα, η Τάνια η Τάνια, η Τάνια.
Ε! είπα και γω από μέσα μου. «Αυτή η κυρία θα πρέπει να είναι κάποια σπουδαία. Όμορφη και με χαρακτήρα!». Πρέπει να την γνωρίσω.
Τάνια όμως άκουγα εδώ και καιρό, αλλά Τάνια δεν έβλεπα. Φωνή είχαμε, εικόνα δεν είχαμε. (Only its musters voice of husband).
Με μία περιέργεια που έφθανε στο αποκορύφωμά της, μία ημέρα των ημερών, είπα στον Κώστα: «Δεν μας φέρνεις ρε συ Κώστα κάποια μέρα να την γνωρίσουμε;». Και την έφερε!!!
Με την Τάνια να συνοδεύεται από τα δυο της παιδιά και την απαραίτητη… βαλίτσα μάνα της, μόνιμο οικογενειακό συμπλήρωμα. Στρογγυλοκάθησαν στις καρέκλες. Ε, λοιπόν. Αν σας πω ότι η μακαρίτισσα η ηθοποιός η Γεωργία Βασιλειάδου ήταν ομορφότερη, θα με πιστέψετε; Από χαρακτήρα, τι να σας πω. Θα τα μάθετε πιο κάτω. Καθίσαμε λοιπόν γύρω στο τραπέζι έξω στη βεράντα και η κυρά – Σμαρώ ως συνήθως ετοίμαζε τους καφέδες και τα άλλα.
Ξέχασα να σας πω ότι του Κώστα του έκανε μεγάλη εντύπωση (γιατί φαίνεται του άρεσαν τα ωραία πράγματα), ο όμορφος περιποιημένος κήπος μου, που τον δημιούργησα με πολύ κόπο και μεράκι, με τα χεράκια μου.
Κάθε λίγο και λιγάκι εκθείαζε στη γυναίκα του τις χάρες του.
-Να δεις Τάνια ο κύριος Ιωσήφ, αυτός είμαι εγώ, τι ωραίο κήπο έχει. Με τα δέντρα του, τα λουλούδια του, τα φυντάνια του, τις γλάστρες του και άλλα πολλά. Σωστός παράδεισος, έλεγε και ξανάλεγε.
Εδώ που τα λέμε, μεταξύ μας, παράδεισος δεν είναι αλλά έχει τις ομορφιές του.
-Τάνια θέλεις να σου δείξω τον κήπο του κυρίου Ιωσήφ; Είπε αυτός στη γυναίκα του.
-Τι είπες; Απάντησε με μεγάλη προθυμία η Τάνια.
-Να μωρέ να σου δείξω τον κήπο. Ξαναείπε ο Κώστας.
-Καλά ντε, ωωω!, απάντησε η Τάνια.
-Έλα απ’ εδώ να δεις μια μεγάλη καρυδιά επανέλαβε ο Κώστας.
-Μμ! Έκανε εκείνη που δεν πρόσεχε τι έλεγε ο άντρας της, γιατί την ίδια στιγμή… έτρωγε τα νύχια της.
-Έλα απ’ εδώ τώρα να δεις με τι συμμετρική διάταξη έχει φυτέψει τις ντοματιές του, αποκρίθηκε ο Κώστας.
Η Τάνια, …αγρόν ηγόραζε.
Η Τάνια εκείνη τη στιγμή, έψαχνε με πολύ προσοχή να βρει έναν αριθμό, στον πρόχειρο τηλεφωνικό κατάλογο που κράταγε στα χέρια της.
-Να ο αριθμός που έψαχνα! Πετάχτηκε εκείνη ξαφνικά!
-Θου! Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου!, μουρμούρισα. Γιατί είχα μια πολύ άσχημη λέξη να χαρακτηρίσω την περίφημη Τάνια.
-Μαμά, λέει το αγόρι επιτακτικά. Θέλω να παίξω μπάσκετ (γιατί είχα και μία μπασκέτα στον κήπο μας), αλλά μπάλα δεν βρίσκω.
Εκεί πρόθυμη η Τάνια επενέβη.
-Καλέ κύριε Ιωσήφ δεν υπάρχει μία μπάλα να παίξει το παιδί;
-Μπάλες είχαμε πολλές, είπα. Αλλά ο εγγονός του μπατζανάκη μου, που είναι λίγο ζωηρούλης, τις μάζεψε όλες και τις κουβάλησε δίπλα στο δικό τους σπίτι.
Τελικά, του βρήκα μία μπάλα και το … παιδί άρχισε να παίζει. Τι μπάσκετ δηλαδή! Αυτός σημάδευε τα λουλούδια μου, λες και τόκανε επίτηδες. Μου έκανε το άτιμο, ένα περιβόλι αγνώριστο.
Εμένα τι με θέλεις! Λες και μπήκε καρφί στην καρδιά μου, αλλά δεν το έδειξα.
Το κορίτσι πάλι; Που ήθελε να κάνει ποδήλατο με το ποδήλατο μου, μέσα στον κήπο;
-Βρε καλό μου, βρε χρυσό μου, είπα. Αυτός ο χώρος είναι τόσο μικρός που δεν μπορείς να κάνεις ποδήλατο εδώ μέσα… Αν θέλεις πάρτο έξω από τον κήπο και καβάλησέ το.
-Όχι, θέλω να κάνω εδώ ποδήλατο είπε πεισματικά το κορίτσι.
Τότε επενέβη ο μπαμπάς και της αστράφτει μία …ευγενική σφαλιάρα. Δεν ξέρω αν είδε μετά τη σφαλιάρα, χρωματιστά αστράκια το κορίτσι.
Άρχισε να κλαίει. Όμως γρήγορα σταμάτησε το κλάμα.
Να σας πω την κακία μου! Πολύ το ευχαριστήθηκα. Βεβαίως, ύστερα απ’ όλα αυτά, μετάνιωσα για την πρόσκληση που τους έκανα και είπα: «αυτά παθαίνει κανείς όταν είναι περίεργος. Ήθελες και τάπαθες».
Ιωσήφ Εμμ. Φραντζεσκάκης
Πέμπτη 24 Απριλίου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου