Τετάρτη 19 Μαρτίου 2008

ΤΟ ΑΣΒΕΣΤΟΚΑΜΙΝΟ

Μάης του 1966 ο πατέρας νωρίς το πρωί ήλθε να με ξυπνήσει.
Το συνήθιζε να με παίρνει μαζί του, μόλις μεγάλωσα λίγο. Έτσι γυρίζαμε μαζί όπου αυτός πήγαινε, άλλοτε στα ξύλα, ή για γιάλεμα ή ακόμη
στα ζώα που είχε.
Το σημερινό πρόγραμμα είχε κούρεμα στα κατσίκια στο μαντρί των Κεφαλάδων. Είχαν ΄΄ κούρο ΄΄ οι εν λόγω τσελιγγάδες και όλοι οι φίλοι με την καλή τους διάθεση θα τους συνέδραμαν.
Ο ήλιος ακόμη δεν είχε ανατείλει . Κάναμε καβάλα τη ΄΄ Ρουσσα΄,΄ το καφεκόκκινο μουλάρι, που ήτανε μόνιμα παρκαρισμένο στο πίσω μέρος του σπιτιού και κινήσαμε για το σκοπό μας. Σε καμιά μισή ώρα φθάσαμε, άλλωστε ήταν κοντά στο χωριό στη θέση Ασβεστοκάμινο ή Κουλοχέρα, κάτω από τον Αϊ Νικόλα.
Οι περισσότεροι από τους κουρευτάδες ήτανε ήδη εκεί και σε λίγο θα ξεκινούσαν την εργασία τους. Βέβαια στη διάρκεια της ημέρας όσοι ήταν εύκαιροι ερχόταν για να δουν ή και να συμμετάσχουν.
Τα ζώα ήταν ήδη κλεισμένα και να ξεκινά η διαδικασία.
Άρχισαν να πιάνουν από ένα- ένα ζώο, τα έδεναν από τα κέρατα και τα οδηγούσαν σε πασσάλους που τους είχαν βάλει για το σκοπό αυτόν.
Πανικός!! Τα ζώα βέλαζαν γιατί δεν γνώριζαν τι θα πάθουν, εγώ κατατρομοκρατήθηκα βλέποντας τα ζώα να υποφέρουν και τούς ΄΄κομμωτές΄,΄ να κρατούν τεράστια ψαλίδια στο ένα τους χέρι και με το άλλο να τραβολογούν τα δύστυχα κατσίκια και να τα δένουν στα πασσάλια.
Όταν όλα ηρέμησαν και κατάλαβα τι γινότανε, δοκίμασα να πιάσω ένα από τα ψαλίδια. Το έπιασα με τα μικρά μου χέρια και με δυσκολία μπορούσα να το κουνήσω.
Το κούρεμα άρχισε με αστεία και πειράγματα. Όλοι προσπαθούσαν να βάλουν τα δυνατά τους για να επιτύχουν το καλλίτερο, αλλά αλίμονο, τα αποτελέσματα ήταν τραγικά. Από μικρός κατανόησα πλήρως την έννοια ΄΄ κουρεμένο γίδι΄΄ βλέποντας την οικτρή κατάσταση στην οποία κατάντησαν τα δύστυχα ζώα, και η απογοήτευση μου ήτανε ακόμη μεγαλύτερη όταν διαπίστωσα ότι από τους πλέον άτεχνους ήταν και ο δικός μου γονιός. Βέβαια υπήρχαν και καλλιτέχνες όπως ο κυρ. Δημοσθένης Παπαιωάννου που τα αποτελέσματά του τα επαινούσαν όλοι.
Πάντως το σίγουρο ήτανε ότι στα ζώα δεν ενδιέφερε και τόσο ο καλλωπισμός τους όσο το να απαλαγούν από την περιττή πλέον τρίχα, που μπορεί το χειμώνα να τα κρατούσε ζεστά, στη διάρκεια όμως του καλοκαιριού, αφενός θα τα προκαλούσε αφόρητη ζέστη, αλλά θα ήταν και εστία μικροβίων και θα μπορούσαν να φωλιάζουν έντομα με όλες τις ενοχλητικές συνέπειες για τα ίδια.
Πριν το μεσημέρι όλα είχαν τελειώσει. Τα ζώα βγήκαν για βόσκημα, συγκέντρωσαν τα ψαλίδια και τα έβαλαν σε μια καλύβα που χρησίμευε για αποθήκη. Θα τα ξαναχρειάζονταν τώρα την επόμενη χρονιά. Μάζεψαν την τρίχα σε τσουβάλια, θα την πουλούσαν σε εμπόρους που θα ερχόταν να την αγοράσουν. Εκείνα τα χρόνια ήταν χρήσιμη. Υφαίνανε χαλάκια, ταγάρια, τρουβάδες ακόμη και στην οικοδομή τη βάζανε μέσα στο σοβά, για να γίνει ανθεκτικότερος.
Το μαντρί ήτανε στην πλαγιά. Λίγο πιο κάτω ήταν χωράφια ιδιοκτησίας του Καρρά. Στο χώρο αυτόν οι γυναίκες των αφεντικών ετοίμασαν γεύμα για τους εργαζομένους.
Το μενού, για την εποχή που μιλάμε ήταν πλούσιο και περιελάβανε τραγίσιο κρέας με μανέστρα, φρέσκια μυζήθρα, τυρί μαγιάτικο, ζυμωτό ψωμί και κρασί. Αφού φάγαμε, οι μεγαλύτεροι έβαλαν εμάς τα πιτσιρίκια να παλέψουμε και όταν δεν τα βγάζαμε πέρα με τους δυνατότερους, υπήρχαν και πέτρες που άφθονες κείτονταν μέσα στο χωράφι, ώσπου οι μεγαλύτεροι και ΄΄σοφότεροι΄΄ επενέβησαν και έβαλαν σε τάξη την όλη κατάσταση πριν εκτραχυνθεί περισσότερο. Καθίσαμε ήσυχοι για τη συνέχεια και ακούγαμε τους μεγάλους που με αστεία και ιστορίες συνέχισαν μέχρι αργά το απόγευμα.
Εκείνο το καλοκαίρι μια φωτιά κατάστρεψε τα γύρω βουνά μαζί και το μέρος που αναφερόμαστε. Πέρασε καιρός μέχρι να ξαναπρασινίσει. Χρόνια αργότερα κάποιοι το επέλεξαν για σκουπιδότοπο. Και μέχρι προ τινος ήταν ο σκουπιδότοπος του χωριού μας. Κανένας από εμάς τους νεότερους δεν το γνώριζε με το όνομα του Ασβεστοκάμινο ή Κουλοχέρα, αλλά όλοι το λέγαμε ¨ Τα Σκουπίδια ¨ . Με χαρά κάποια ημέρα είδα τις μπουλντόζες που έπιασαν δουλειά για να αναπλάσουν την περιοχή. Ελπίζω να ξαναδώ το μέρος που στα παιδικά μου μάτια έμεινε αποτυπωμένο και έχει συνδεθεί με τόσες όμορφες αναμνήσεις.

Χ.Δ. Ζαγοράκης

Δεν υπάρχουν σχόλια: