Τετάρτη 19 Μαρτίου 2008

Η καθυστέρηση

Μέσα στα πλαίσια της ενεργούς επαγγελματικής – αυτοκινητιστικής μου ζωής, μπορώ να περιγράψω, ουκ ολίγα περιστατικά, μερικά δυσάρεστα, άλλα ευχάριστα και άλλα που με εξέπληξαν ή τουλάχιστον με προσγείωσαν στην πραγματικότητα. Απ’ όλα έχει ο …μπαξές.
Ένα απ’ αυτά θα σας περιγράψω τώρα.
Ως ιδιοκτήτης και οδηγός ενός μεγάλου διαξονικού βυτιοφόρου φορτηγού μεταφοράς υγρών καυσίμων, με βοηθητικό ελκτικό όχημα, όπου ήμουν ενταγμένος, σε μία κοινοπραξία διανομής, σε πολλά πρατήρια όλης της Ελλάδας, πήρα εντολή από τον υπεύθυνο διαχειριστή να μεταφέρω βενζίνη και πετρέλαιο, σε ένα μακρινό πρατήριο της Άρτας. Παρένθεση: Συνήθως ξεκινάμε πολύ πρωί για μακρινά ταξίδια, για να προλάβουμε να γυρίσουμε πίσω έγκαιρα στη βάση μας, ώστε να είμαστε έτοιμοι στην επόμενη διαδρομή για νέο ξεκίνημα.
-Κύριε Ιωσήφ, μου λέει ο υπεύθυνος: Πήγαινε στα διυλιστήρια να φορτώσεις για Άρτα.
-Τόσο μακριά; απάντησα!
-Ναι. Τόσο μακριά. Μήπως δεν θέλεις; Αν όχι, να στείλω κάποιον άλλον.
-Πώς, πώς, θα πάω εγώ.
Ήταν βέβαια μακρινό το ταξίδι και κοπιαστικό, αλλά είχε μεγαλύτερο οικονομικό όφελος, σε σχέση με τα κοντινά δρομολόγια. Ετοίμασα λοιπόν το βυτιοφόρο, συνέδεσα το βοηθητικό στο κυρίως όχημα και … «τράβηξα» για το διυλιστήριο της ΕΣΟ στη Θεσσαλονίκη. Γέμισα όλα τα «διαμερίσματα» του συρόμενου με βενζίνη και πετρέλαιο, σφράγισα, μου δώσανε το ticket στο χέρι, ετοίμασα όπως πάντα τη φορτωτική μου, ανεβαίνω στο τιμόνι, βάζω τον ταχογράφο στην ώρα του και ξεκίνησα με αισιοδοξία για τον προορισμό μου.
Ήταν τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου και ο καιρός κρύος.
Εδώ, τώρα, πρέπει να αναφέρω για τις ιδιότητες των υγρών καυσίμων, γιατί είναι απαραίτητο. Όταν είναι ζεστός ο καιρός, το υλικό που βρίσκεται στα διαμερίσματα και σύμφωνα με τα λίτρα που έχω παραλάβει με την απόδειξη, «φουσκώνει», ενώ όταν είναι κρύος «μαζεύει». Έχουμε διαστολή και συστολή.
Στο μεταφορέα συμφέρει να παραδώσει την παραγγελία όταν είναι καλοκαίρι, για να φαίνεται ότι υπάρχει πλεόνασμα, όταν όμως είναι χειμώνας, όπως τώρα, αυτόν τον μήνα περίπου πρέπει να προλάβω να παραδώσω έγκαιρα, λόγω μεγάλης διαδρομής και ψυχρού καιρού, μήπως κατά τύχη υπάρξει έλλειμμα, οπότε θα το χρεωνόμουν. Σημειωτέον δε, ότι την παραγγελία από το γεμιστήρα την παραλαμβάνουμε ζεστή.
Το ταξίδι μακρινό. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, εννέα η ώρα το βραδάκι έπρεπε να βρίσκομαι στο συγκεκριμένο πρατήριο, γιατί την άλλη μέρα ξημέρωνε Κυριακή και τα πρατήρια ήταν όλα κλειστά. (Μόνο ένα κάθε φορά με τη σειρά ήταν ανοιχτό, για λόγους εξυπηρέτησης πελατών). Εάν καθυστερούσα, θα συνέβαιναν δύο κακά, ίσως και τρία.
Πρώτο, ότι με τη συστολή του υλικού, λόγω ψύχους, θα είχα έλλειμμα, και δεύτερο και το χειρότερο, λόγω αργίας του πρατηρίου θα έμενα αναγκαστικά όλη την ημέρα εκεί, δηλαδή 24 ώρες περισσότερο και τη Δευτέρα θα παρέδιδα. Και τρίτο λόγω της καθυστέρησης θα έχανα το άλλο ταξίδι που με περίμενε προγραμματισμένο στην επιστροφή.

Δυστυχώς, η διαδρομή δεν πήγε καλά. Για μία στιγμή κατά την οδήγηση, αισθάνθηκα ότι το τιμόνι…τραβούσε δεξιά και κατάλαβα από πείρα, ότι με είχε «πιάσει» μπροστινό δεξί λάστιχο. Αναγκάστηκα να «παρκάρω» κάπου και να βρεθώ σε …αγώνα δρόμου για να προλάβω να αλλάξω λάστιχο, τοποθετώντας τη «ρεζέρβα» που είχα στη διάθεσή μου. Όλη αυτή η διαδικασία κράτησε σχεδόν μία ώρα. Αισθάνθηκα την αγωνία και τις συνέπειές της και έκανα όσο πιο γρήγορα μπορούσα, γιατί δεν είχα άλλο χρονικό περιθώριο.
Ανεβαίνω πάλι στο τιμόνι και με το άγχος να … ακροβατεί στον εγκέφαλό μου ξεκίνησα «πατημένος» για τον προορισμό μου. Καταλάβαινα πλέον ότι η ώρα είχε περάσει και δεν θα προλάβαινα να παραδώσω.
Το είχα πάρει πλέον απόφαση ότι χάθηκε το …παιχνίδι.
Όλο το υπόλοιπο ταξίδι πήγε αρκετά καλά κι αφού περπάτησα…κάμπους και βουνά, έφτασα στον προορισμό μου.
Όμως, όλως παραδόξως, είδα με απορία, ότι το πρατήριο ήταν ακόμα ανοιχτό, δεν είχε κλείσει. Πλησίαζε δέκα η ώρα το βράδυ, ενώ έπρεπε εννέα η ώρα να είναι κλειστό, γιατί θα περνούσε κι ο έλεγχος. Κατεβαίνω από το αμάξι, ο πρατηριούχος με υποδέχθηκε έξω από την πόρτα του πρατηρίου.
-Καλησπέρα, καλώς μας ήλθες, είπε.
-Καλησπέρα, καλώς σε βρήκα, απάντησα.
-Πως πήγε το ταξίδι;
-Όχι τόσο καλά, γιατί μ’ έπιασε λάστιχο στο δρόμο και άργησα. Και ρωτώ με απορία: Καλά, ακόμη δεν έκλεισες: Η ώρα είναι περασμένες εννέα, δεν φοβάσαι να μην σε γράψουν;
-Πως είναι περασμένες εννέα, ούτε εννέα δεν είναι ακόμα.
-Το δικό μου ρολόι και ο ταχογράφος του αυτοκινήτου λένε εννέα και είκοσι πέντε.
Δεν έμαθες ότι η ώρα άλλαξε και πήγε μία ώρα πίσω;
-Όχι!
-Άλλαξε κύριε Ιωσήφ!
-Ωχ τι έπαθα! Πω! Πω! Δεν το ήξερα!!!
Πώς είχα πιστέψει τότε ότι άργησα! Ανακουφίστηκα. Παρέδωσα σωστά, παρέλαβε σωστά και ο πρατηριούχος κι έμεινα ευχαριστημένος από αυτήν την ιστορία, αφού έφυγε ένα… βάρος από πάνω μου. Τέλος καλό, όλα καλά.
Βάζω μπρος τη μηχανή…Καβαλάω το τιμόνι…πατάω γκάζι και ξεκινάω νυχτιάτικα, επιστρέφοντας στη βάση μου. Όταν την άλλη μέρα συναντήθηκα στα γραφεία της κοινοπραξίας, με το φίλο και συνάδελφό μου Κανέλλο, του διηγήθηκα την περιπέτειά μου και την άγνοιά μου, ότι δηλαδή η ώρα είχε αλλάξει. Μου λέει:
-Ξέρεις τι θυμήθηκα τώρα φίλε μου Ιωσήφ;
-Τι θυμήθηκες, τώρα φίλε μου Κανέλλο;
-Την ταινία που είδα πριν λίγο καιρό στο σινεμά με τίτλο: «Ο γύρος του κόσμου σε ογδόντα ημέρες», με κεντρικό ήρωά της το Φιλέα Φόνγκ, και υπηρέτη τον Πασπαρτού, όπου ο πρωταγωνιστής της περιπέτειας έβαλε στοίχημα με τη λέσχη όπου ήταν μέλος της και θα πραγματοποιούσε τον άθλο και θα επέστρεφε στη συμφωνημένη ώρα, καλύπτοντας ογδόντα ημέρες, μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο. Την παραλληλίζω με τη δική σου περιπέτεια, γιατί νομίζοντας ότι είχαν χάσει το ραντεβού στη λέσχη, πριν λήξει η προθεσμία των ογδόντα ημερών φάνηκε ότι καθυστέρησαν μία ολόκληρη ημέρα, ενώ κέρδισαν μία ημέρα χωρίς να το υπολογίσουν, εξαιτίας της περιφοράς της γης γύρω από το νοητό άξονά της. Έτσι κέρδισαν το έπαθλο.
Και αγγλιστί ο τίτλος: «Around the world in eighty days»

Ιωσήφ Εμμ. Φραντζεσκάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια: