Πέμπτη 21 Μαΐου 2009

Ο Ζωγραφος Θεόφιλος Χατζή – Μιχαήλ (1870; - 1934) ( Μέρος 2ο)


























Επιστροφή στη Μυτιλήνη.
Στα 1927 επανεμφανίζεται στην πατρίδα του. Είναι πια μεσόκοπος πενηντάρης, αλλά η σκληρή ζωή του τον έχει πρόωρα τσακίσει. Ζει στην αρχή με τα αδέρφια του και αργότερα με τη μητέρα τους ως το θάνατό της, το 1932.
Εκεί γνωρίζεται με το Στράτο Ελευθεριάδη, το γνωστό τεχνοκρίτη του Παρισιού Teriade, το 1929, που αγοράζει μερικά έργα του. Του αγοράζει κάμποτ και χρώματα κι ο ζωγράφος ρίχνεται στη δουλειά με ενθουσιασμό. Η ψυχή του γλυκαίνει τώρα που κάποια αναγνώριση της αξίας του έργου του αχνοφαίνεται στον ορίζοντα. Δεν πρόλαβε όμως να χαρεί τη δικαίωσή του. Τον πρόλαβε ο θάνατος, στης 20 Μαρτίου του 1934. Τον βρήκαν δύο μέρες μετά το θάνατό του.

Η μετά θάνατον αναγνώριση.
Η πορεία του έργου ενός καλλιτέχνη δε σταματάει με το θάνατό του, αλλά συνεχίζεται. Και όσο μεγαλύτερη είναι αυτή η πορεία στο βάθος του χρόνου, τόσο καταδεικνύεται η αξία του. Το 1936 ο Teriade (Στράτος Ελευθεριάδης) οργανώνει έκθεση των έργων του στο Παρίσι. Ο Λε Κορμπυζιέ κι ο Μωρίς Ραϋνάλ θα γράψουν εγκωμιαστικά άρθρα για το έργο του. Ο Τάκης Μπαρλάς τον αποκαλεί «Παπαδιαμάντη της ζωγραφικής». Ο Γ. Σεφέρης τον συσχετίζει με το Μακρυγιάννη. Από κει και πέρα οι εκθέσεις και οι συζητήσεις για το έργο του –ακόμη αμφιλεγόμενες- διευρύνονται. Η τροπή πλέον είναι ευνοϊκή για το Θεόφιλο. Αυτό που δεν του αναγνωρίστηκε εν ζωή, του αναγνωρίζεται μετά θάνατον.
Οι θαυμαστές του τον πρόβαλλαν σαν σύμβολο του ζωντανού ελληνισμού. Χαρακτηρίστηκε λαϊκός ζωγράφος, αλλά άφοβα μπορεί να παραβληθεί με τους μεγάλους ξένους ζωγράφους, αν και δεν είχε λάβει καμμία ανάλογη παιδεία και ήταν μακριά απ’ τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής του. Μαζί με το Μακρυγιάννη θεωρήθηκε ως ο πιο ζωντανός δεσμός με την παράδοσή του τόπου μας και σταθερό θεμέλιο για την ανανέωση της πολιτιστικής μας ζωής.

Τι ζωγράφισε.
Πολλά είναι τα θέματα των έργων του. Σημαντικό μέρος των έργων του κατέχουν οι ιστορικές συνθέσεις και οι προσωπογραφίες ηρωικών μορφών, κυρίως του 1821. Αγαπημένα μοτίβα του είναι τοπία και οι απόψεις πόλεων. Αλλά πιο ενδιαφέρουσες είναι οι σκηνές από τη καθημερινή ζωή. Το μάζεμα της ελιάς, οι υπαίθριοι κουρείς, ο φούρνος, το πανηγύρι, οι βοσκοί και τόσα άλλα έργα του μας δίνουν μια καθαρή εικόνα για την καθημερινή ζωή στην εποχή του.
Κάτω από κάθε έργο του βάζει και επιγραφές χαρακτηριστικές, πολλές φορές ανορθόγραφες, καθώς και χρονολογίες, όπως «Οδός Μυτιλήνης επί τουρκοκρατίας το 1888» ή « Η άρκτος χορεύουσα», 1933.
Ένα ακόμη σημαντικό μουσείο για το έργο του Θεόφιλου είναι η διώροφη οικία του Στράτου Ελευθεριάδη (οικία Teriade) στη Βαρειά της Μυτιλήνης. Εκεί εκτίθενται με εξαιρετικό τρόπο πάμπολλα έργα του.
Συνοψίζοντας όλα τα γνωρίσματα της ζωγραφικής του Θεόφιλου – η αίσθηση του χώρου, η αντίληψη της μορφής, ο χαρακτήρας του χρώματος, τα εικονογραφικά πρότυπα, ο ρυθμός και η συμμετρία – είναι κυρίαρχα χαρακτηριστικά της θρησκευτικής και κοσμικής λαϊκής ζωγραφικής, όπως κληρονομήθηκε από το Βυζάντιο και διαπλάστηκε στην Τουρκοκρατία.
Χάρις σ’ αυτόν όμως μια χιλιόχρονη λαϊκή ζωγραφική, συντηρητική στην επιλογή και την απόδοση των θεμάτων ζωντανεύει, αποβάλλει τα νεκρά και άχρηστα στοιχεία, κρατά τα ζωντανά και τα αναπροσαρμόζει ώστε να δημιουργήσει καινούργια.
Ο ίδιος ο Θεόφιλος έζησε μέσα στη στέρηση και την αμφισβήτηση, το έργο του όμως λάμπει διεθνώς πλέον, σαν μία ελληνική αχτίδα φωτός.

Δεν υπάρχουν σχόλια: